Είναι οι μέρες που είναι έτσι.
Και είμαι λυπημένη. Κι απλώς θέλω να κλαίω. Μέχρι να μου περάσει.
Αλλά δεν ξέρω πότε θα μου περάσει. Κι ίσως να σκέφτομαι ότι δε θα μου περάσει και ποτέ. Κι όταν μου περνά σκέφτομαι πόσο naive είναι τέτοιες σκέψεις.
Αλλά δεν έχει σημασία. Γιατί είμαι λυπημένη.
Και δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι να κάνω για να μην είμαι.
Κι όταν είμαι λυπημένη την σκέφτομαι. Κι ύστερα λυπάμαι πιο πολύ.
Αλλά δεν έχει σημασία. Γιατί το ότι είμαι λυπημένη δε σημαίνει κάτι για τη ζωή μου.
Επειδή τα πράματα που έκανα θα συνεχίσω να τα κάνω. Και θα κάνω κι άλλα.
Και θα περνώ καλά. Και θα γυρίζω τον κόσμο, και θα είμαι εκεί για τους φίλους μου και θα διασκεδάζω και θα ρισκάρω διάφορα πράματα, και θα ζω τέλοσπάντων με έναν τρόπο που θα μου επιτρέπει στο τέλος της ημέρας να νιώθω εντάξει με το πως σπαταλώ το χρόνο μου.
Και θα είμαι χαρούμενη μερικές φορές.
Και θα ξεχνώ ότι είμαι λυπημένη άλλες.
Και θα ξυπνώ το πρωί, σαν σήμερα λόγου χάρη, και θα μαζεύω τα κομμάτια μου και θα πηγαίνω στη σχολή και θα παρακολουθώ μαθήματα που δε θα θυμάμαι στο επόμενο μισάωρο, και θα περνούν βασανιστικά οι ώρες και θα παρακαλώ να φεύγα την προηγούμενη ώρα κι όμως θα μένω - θα μένω επειδή δεν έχω περιθώριο για άλλες απουσίες και θα μένω και για εξάσκηση του self control μου.
Κι ύστερα θα μπαίνω στο λεωφορείο και θα έρχεται ένα τραγούδι στο mp3 μου και θα μου φτιάχνει ξαφνικά τη μέρα, και θα κατεβαίνω πριν από τη στάση μου γιατι θα μου έρχεται μια έντονη διάθεση να περπατήσω, και θα περνώ μέσα από αγορές με λαχανικά και φρούτα και τσάγια και μπαχαρικά και μυρωδιές, και θα περπατώ σε στενάκια που δεν ξαναπερπάτησα (πάντα υπάρχουν μερικά) και θα τραγουδώ κι ο κόσμος θα με κοιτά, κι ύστερα θα μπαίνω στο σούπερμάρκετ και θα αγοράζω κολοκύθια και λεμόνια και ντομάτες κι όλα τα χρωματιστά, και στο δρόμο θα χαζεύω βιτρίνες βιβλιοπωλείων και θα σκέφτομαι πόσο θα ήθελα να διαβάσω όλα τα βιβλία του κόσμου, κι ύστερα θα φτάνω σπίτι και θα καλημερίσω την κυρία που βγαίνει από το ασανσέρ και ξέρω ότι δε με χωνεύει γιατί μοιάζω αγοράκι και γιατί βρίσκει κολλημένο κάθε πρωί στην είσοδο της πολυκατοικίας ένα αυτοκόλλητο που γράφει "η ομοφοβία βλάπτει σοβαρά εσάς και τους γύρω σας" και πάντα το βγάζει, αλλά πάντα το βρίσκει ξανακολλημένο, και θα με χαιρετίσει κι αυτή. Κι ίσως βρω και κανένα γράμμα να με περιμένει κάτω από την πόρτα μου.
Κι ύστερα θα μαγειρέψω και θα κάνω ότι με ενδιαφέρει να καθαρίσω και να διαβάσω και να βγω για καφέ και να κάνω αστεία και να γελώ και να παραπονιέμαι για όλα όσα παραπονιούνται οι άνθρωποι της ηλικίας μου.
Και θα είμαι λυπημένη.
Και θα είμαι χαρούμενη την ίδια ώρα.
Και θα προσπαθώ να το εξηγήσω.
Στα χαρτιά, στους φίλους μου, μα πιο πολύ σε μένα.
Γιατί δεν είναι όλα σκατά κι όμως είναι.
Και δεν είναι μόνο άσχημα κι όμως είναι.
Και είμαι εντάξει, κι όμως δεν είμαι.
Και δεν είμαι εντάξει, κι όμως είμαι.
Και δεν υπάρχει τρόπος να το λύσω ή να φύγει.
Μόνο θα είμαι λυπημένη πολλές φορές.
Γιατί τα πράγματα που με κάνουν λυπημένη δε φεύγουν ή αλλάζουν.
Κι όταν θα φεύγουν οι φίλοι μου από σπίτι και θα κλείνει η πόρτα πίσω τους θα βάζω τα κλάματα.
Κι ύστερα θα μου περνά.
Και ξανά, πάλι.